Από φυσικοπαθητικής άποψης, η μήτρα και η εμμηνορρυσία διαδραματίζουν σημαντικό αποτοξινωτικό έργο στις γυναίκες. Ως εκ τούτου, η βλεννογόνος της μήτρας μπορεί να απορροφήσει μεγάλο αριθμό τοξινών.
Σε γυναίκες με εμμηνορρυσικές ανωμαλίες παρατηρούνται συχνά νευρολογικές διαταραχές, συναισθηματικές κρίσεις, δυσανεξίες και αυξημένη ευαισθησία. Όταν το ορμονικό σύστημα αποκατασταθεί, τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι υπάρχουν θεραπείες με βότανα που βοηθούν στην αποτοξίνωση των γυναικολογικών οργάνων. Επίσης, η ενδομητρίωση, τα ινομυώματα, οι κύστες μαστών και ωοθηκών μπορεί να σχετίζονται με τοξίνες.
Παράσιτα, βακτηρίδια, ιοί και βαριά μέταλλα μπορεί να εμπλέκονται σε όλες τις περιπτώσεις εμμηνορρυσικών διαταραχών και ορμονικών ανωμαλιών. Η μήτρα, ειδικά για τα παράσιτα, αποτελεί ένα από τα αγαπημένα όργανα ξενιστές. Στα περισσότερα περιστατικά ενδομητρίωσης εμπλέκονται παράσιτα του εντέρου και του ήπατος. Οι τριχομονάδες και τα βακτηρίδια, όπως ο αιμόφιλος του κόλπου κι ο πρωτέας, εμπλέκονται δευτερογενώς. Πιθανολογείται ότι και σε περιπτώσεις συμπτωμάτων κολπικής μυκητίασης χωρίς την εύρεση μυκήτων στην καλλιέργεια του κολπικού υγρού, ο ερεθισμός προέρχεται από παράσιτα που είναι επιβαρυμένα με μύκητες.
Τοξίνες όπως ο υδράργυρος και το νικέλιο, το τιτάνιο και το βάριο, που εμπεριέχονται στα καλλυντικά κι είναι λιποδιαλυτές, εμπλέκονται στην ευαισθησία των μαστών. Στους μαστούς, λόγω της μεγάλης ποσότητας λίπους που έχουν, εύκολα σχηματίζονται κύστες, ως μέσο αποθήκευσης των τοξινών, όταν η αποτοξινωτική λειτουργία μέσω του λεμφικού συστήματος είναι ανεπαρκής. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην επιβάρυνση της λειτουργίας των νεφρών, τα οποία είναι τα κύρια όργανα της λεμφικής αποτοξίνωσης του σώματος. Βάσει αυτού, έχει νόημα η τόνωση του καθαρισμού των νεφρών για την αντιμετώπιση ογκιδίων του μαστού.
Η επιτυχής αποτοξίνωση των γυναικολογικών οργάνων μπορεί να οδηγήσει στην ίαση πόνων περιόδου, συμπτωμάτων του προεμμηνορρυσικού συνδρόμου, αμμηνορρυσίας, υπογονιμότητας, κλιμακτηριακών διαταραχών, ευαισθησίας των μαστών καθώς και στη ρύθμιση της παραγωγής οιστρογόνων και προγεστερόνης.
Είναι πιθανόν τα παράσιτα να επηρεάζουν την παραγωγή των ορμονών ή να τις απορροφούν. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ακόμα και στην κλιμακτήριο, όπου οι ωοθήκες σταματούν την παραγωγή οιστρογόνων και προγεστερόνης, τα επινεφρίδια παράγουν μικρότερες αλλά επαρκείς ποσότητες για να αντισταθμίσουν την έλλειψή τους. Στην περίπτωση που τα επινεφρίδια δεν μπορούν να αναλάβουν το έργο αυτό, αυτό σημαίνει ότι είναι επίσης επιβαρυμένα είτε με τοξίνες, όπως παράσιτα, βακτηρίδια, βαριά μέταλλα, είτε με κρυστάλλους (πέτρες).
Δυστυχώς, με τα μέσα της κλασσικής ιατρικής στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι δυνατή η ταυτοποίηση των τοξινών στα όργανα. Μέθοδοι όπως ο ηλεκτροβελονισμός κι ο βιοσυντονισμός μπορούν να εντοπίσουν το είδος της τοξίνης που επιβαρύνει συγκεκριμένα όργανα.
Με τη μέθοδο του βιοσυντονισμού, εκτός από την ταυτοποίηση των επιβαρυντικών παραγόντων, μπορούμε να προχωρήσουμε και στη θεραπεία του οργανισμού. Η αντιμετώπιση στο θέμα της αποτοξίνωσης έχει δύο στόχους. Αφενός, την ενίσχυση της γενικής αποτοξίνωσης του σώματος αλλά και την τόνωση της αποτοξινωτικής λειτουργίας των οργάνων που κυρίως ασχολούνται με τον καθαρισμό του. Γίνεται λοιπόν έλεγχος των νεφρών, του ήπατος, του παχέως εντέρου, των πνευμόνων, του λεμφικού. Αφετέρου, διεξάγεται έλεγχος για τυχόν επιβαρύνσεις των οργάνων από ιούς, βακτηρίδια, παράσιτα, μύκητες, βαριά μέταλλα, χημικές ουσίες. Για την κάθε τοξίνη γίνεται ειδική, στοχευμένη διαδικασία για την αποβολή της από το όργανο και τον οργανισμό.
Η μέθοδος του βιοσυντονισμού είναι μια φυσική διαδικασία που στηρίζεται στο γεγονός ότι κάθε υλικό σώμα έχει το δικό του ηλεκτρομαγνητικό διάγραμμα συχνοτήτων. Μπορεί έτσι να ταυτοποιήσει τους επιβαρυντικούς παράγοντες αλλά και να τους εξουδετερώσει. Η εξουδετέρωση και η αποβολή τους γίνεται με τη χρήση του αντεστραμμένου διαγράμματος συχνοτήτων της ουσίας. Βάσει του φαινομένου του συντονισμού, η χρήση του “αντι”-σήματος οδηγεί στην καταστροφή του αρχικού. Στη θεραπεία χρησιμοποιούνται είτε οι συχνότητες των συγκεκριμένων τοξινών είτε εκκρίσεις του ίδιου του οργανισμού όπως αίμα και σάλιο. Συνήθως απαιτούνται από 3 έως 5 συνεδρίες με μεσοδιαστήματα μίας με τριών εβδομάδων.
Κασσάνδρα Μουγιάκου – ιατρός παθολόγος
Σε γυναίκες με εμμηνορρυσικές ανωμαλίες παρατηρούνται συχνά νευρολογικές διαταραχές, συναισθηματικές κρίσεις, δυσανεξίες και αυξημένη ευαισθησία. Όταν το ορμονικό σύστημα αποκατασταθεί, τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι υπάρχουν θεραπείες με βότανα που βοηθούν στην αποτοξίνωση των γυναικολογικών οργάνων. Επίσης, η ενδομητρίωση, τα ινομυώματα, οι κύστες μαστών και ωοθηκών μπορεί να σχετίζονται με τοξίνες.
Παράσιτα, βακτηρίδια, ιοί και βαριά μέταλλα μπορεί να εμπλέκονται σε όλες τις περιπτώσεις εμμηνορρυσικών διαταραχών και ορμονικών ανωμαλιών. Η μήτρα, ειδικά για τα παράσιτα, αποτελεί ένα από τα αγαπημένα όργανα ξενιστές. Στα περισσότερα περιστατικά ενδομητρίωσης εμπλέκονται παράσιτα του εντέρου και του ήπατος. Οι τριχομονάδες και τα βακτηρίδια, όπως ο αιμόφιλος του κόλπου κι ο πρωτέας, εμπλέκονται δευτερογενώς. Πιθανολογείται ότι και σε περιπτώσεις συμπτωμάτων κολπικής μυκητίασης χωρίς την εύρεση μυκήτων στην καλλιέργεια του κολπικού υγρού, ο ερεθισμός προέρχεται από παράσιτα που είναι επιβαρυμένα με μύκητες.
Τοξίνες όπως ο υδράργυρος και το νικέλιο, το τιτάνιο και το βάριο, που εμπεριέχονται στα καλλυντικά κι είναι λιποδιαλυτές, εμπλέκονται στην ευαισθησία των μαστών. Στους μαστούς, λόγω της μεγάλης ποσότητας λίπους που έχουν, εύκολα σχηματίζονται κύστες, ως μέσο αποθήκευσης των τοξινών, όταν η αποτοξινωτική λειτουργία μέσω του λεμφικού συστήματος είναι ανεπαρκής. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην επιβάρυνση της λειτουργίας των νεφρών, τα οποία είναι τα κύρια όργανα της λεμφικής αποτοξίνωσης του σώματος. Βάσει αυτού, έχει νόημα η τόνωση του καθαρισμού των νεφρών για την αντιμετώπιση ογκιδίων του μαστού.
Η επιτυχής αποτοξίνωση των γυναικολογικών οργάνων μπορεί να οδηγήσει στην ίαση πόνων περιόδου, συμπτωμάτων του προεμμηνορρυσικού συνδρόμου, αμμηνορρυσίας, υπογονιμότητας, κλιμακτηριακών διαταραχών, ευαισθησίας των μαστών καθώς και στη ρύθμιση της παραγωγής οιστρογόνων και προγεστερόνης.
Είναι πιθανόν τα παράσιτα να επηρεάζουν την παραγωγή των ορμονών ή να τις απορροφούν. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ακόμα και στην κλιμακτήριο, όπου οι ωοθήκες σταματούν την παραγωγή οιστρογόνων και προγεστερόνης, τα επινεφρίδια παράγουν μικρότερες αλλά επαρκείς ποσότητες για να αντισταθμίσουν την έλλειψή τους. Στην περίπτωση που τα επινεφρίδια δεν μπορούν να αναλάβουν το έργο αυτό, αυτό σημαίνει ότι είναι επίσης επιβαρυμένα είτε με τοξίνες, όπως παράσιτα, βακτηρίδια, βαριά μέταλλα, είτε με κρυστάλλους (πέτρες).
Δυστυχώς, με τα μέσα της κλασσικής ιατρικής στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι δυνατή η ταυτοποίηση των τοξινών στα όργανα. Μέθοδοι όπως ο ηλεκτροβελονισμός κι ο βιοσυντονισμός μπορούν να εντοπίσουν το είδος της τοξίνης που επιβαρύνει συγκεκριμένα όργανα.
Με τη μέθοδο του βιοσυντονισμού, εκτός από την ταυτοποίηση των επιβαρυντικών παραγόντων, μπορούμε να προχωρήσουμε και στη θεραπεία του οργανισμού. Η αντιμετώπιση στο θέμα της αποτοξίνωσης έχει δύο στόχους. Αφενός, την ενίσχυση της γενικής αποτοξίνωσης του σώματος αλλά και την τόνωση της αποτοξινωτικής λειτουργίας των οργάνων που κυρίως ασχολούνται με τον καθαρισμό του. Γίνεται λοιπόν έλεγχος των νεφρών, του ήπατος, του παχέως εντέρου, των πνευμόνων, του λεμφικού. Αφετέρου, διεξάγεται έλεγχος για τυχόν επιβαρύνσεις των οργάνων από ιούς, βακτηρίδια, παράσιτα, μύκητες, βαριά μέταλλα, χημικές ουσίες. Για την κάθε τοξίνη γίνεται ειδική, στοχευμένη διαδικασία για την αποβολή της από το όργανο και τον οργανισμό.
Η μέθοδος του βιοσυντονισμού είναι μια φυσική διαδικασία που στηρίζεται στο γεγονός ότι κάθε υλικό σώμα έχει το δικό του ηλεκτρομαγνητικό διάγραμμα συχνοτήτων. Μπορεί έτσι να ταυτοποιήσει τους επιβαρυντικούς παράγοντες αλλά και να τους εξουδετερώσει. Η εξουδετέρωση και η αποβολή τους γίνεται με τη χρήση του αντεστραμμένου διαγράμματος συχνοτήτων της ουσίας. Βάσει του φαινομένου του συντονισμού, η χρήση του “αντι”-σήματος οδηγεί στην καταστροφή του αρχικού. Στη θεραπεία χρησιμοποιούνται είτε οι συχνότητες των συγκεκριμένων τοξινών είτε εκκρίσεις του ίδιου του οργανισμού όπως αίμα και σάλιο. Συνήθως απαιτούνται από 3 έως 5 συνεδρίες με μεσοδιαστήματα μίας με τριών εβδομάδων.
Κασσάνδρα Μουγιάκου – ιατρός παθολόγος